Ο πόλεμος των πρώτων υλών -Πώς η Ευρώπη θα κερδίσει την ανεξαρτησία της από την Κίνα

ορυχείο λιθίου καναδάς ηλεκτρικά αυτοκίνητα 2022

Η εκμηδένιση των εκπεμπόμενων ρύπων επί ευρωπαϊκού εδάφους είναι ένας δρόμος στρωμένος με αγκάθια που περιλαμβάνει και την απεξάρτηση της Ευρώπης στις εισαγωγές σπάνιων γαιών από την Κίνα.

Στο δρόμο προς ένα βιώσιμο μέλλον εντός των ευρωπαϊκών συνόρων, η χρήση αμιγώς ηλεκτρικών αυτοκινήτων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελούν μόνο ένα μέρος της λύσης, ενός προβλήματος που πηγαίνει αρκετά βαθύτερα.

Καταλυτικό ρόλο στην επιτυχία ή αποτυχία του φιλόδοξου σχεδίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν θα έχει μόνο η χρήση και εφαρμογή φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών για τις γενικότερες ανάγκες των πολιτών της, στις οποίες περιλαμβάνονται φυσικά οι μεταφορές και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η παραγωγή επί ευρωπαϊκού εδάφους όλων των απαραίτητων «συστατικών» που απαιτούνται γι' αυτή την φιλόδοξη μετάβαση θεωρείται πλέον επιβεβλημένη. Καλύτερο παράδειγμα ίσως για να γίνει αυτό κατανοητό είναι τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα η σχετική έλλειψη ημιαγωγών και μικροτσίπ με την μεγαλύτερη μερίδα της παραγωγής για ολόκληρο τον κόσμο να λαμβάνει μέρος στην Ασία.

Πριν από δύο περίπου 10ετίες τα πράγματα δεν ήταν έτσι με την Ευρώπη να έχει μεγάλη παραγωγή μικροτσίπ στο δικό της έδαφος, αφού εδώ κατασκευάζονταν και κινητά εταιρειών που αργότερα, λόγω κόστους, αποφάσισαν να μεταφέρουν τα εργοστάσιά τους στην Κίνα ή να συγχωνευτούν με άλλες εταιρείες και να… εξαφανιστούν από τον συγκεκριμένο κλάδο της βιομηχανίας.

Από την Ασία και συγκεκριμένα από την Κίνα, η Ευρώπη εφοδιάζεται επίσης με το μεγαλύτερο μέρος των πρώτων υλών και των σπάνιων γαιών που χρειάζεται (πάνω από 90%), για την ολοκλήρωση της κατασκευής οποιουδήποτε συστήματος φέρει ηλεκτρικό κινητήρα και μπαταρίες, είτε αυτό είναι το ηλεκτρικό σύστημα ενός αυτοκινήτου, είτε μια γεννήτρια που παράγει ρεύμα με την βοήθεια του αέρα ή του νερού.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Και ενώ η κατασκευή μικροτσίπ έχει μπει πλέον για τα καλά στην ευρωπαϊκή ατζέντα και δρομολογούνται μεγάλες εξελίξεις τα επόμενα χρόνια με την κατασκευή νέων εργοστασίων παραγωγής, δεν μπορεί να ειπωθεί ακριβώς το ίδιο και για τις ανάγκες της Γηραιάς Ηπείρου σε πρώτες ύλες, όπως είναι για παράδειγμα οι σπάνιες γαίες. Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο γιατί πολύ απλά μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι μελέτες έδειχναν ότι δεν υπήρχαν επαρκείς ποσότητες που θα μπορούσαν να φέρουν την μεγάλη αλλαγή.

Το τεράστιο κοίτασμα που ανακαλύφθηκε στο βόρειο τμήμα της Σουηδίας είναι η πρώτη απόδειξη ότι οι πρώτες ύλες που θα βοηθούσαν την Ευρώπη να απεξαρτηθεί από την Κίνα, από την οποία εισάγει περί το 90% των σπάνιων γαιών που χρειάζεται σήμερα, θα μπορούσαν να υπάρχουν και εδώ.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Μέχρι βέβαια το παραπάνω τεράστιο κοίτασμα να μπορεί να προσφέρει αυτά που «υπόσχεται» θα περάσουν χρόνια αφού ακόμη και οι μελέτες που το αφορούν βρίσκονται ακόμη σε προκαταρκτικό στάδιο. Μέχρι τότε η Ευρώπη μπορεί να «κοιτάξει» και σε άλλες αγορές και χώρες για την εύρεση και εισαγωγή των σπάνιων γαιών που χρειάζεται αλλά και να επενδύσει σε νέες τεχνολογίες σχετικές με την κυκλική οικονομία και την επαναχρησιμοποίηση σπάνιων γαιών που βρίσκονται σε ηλεκτρικούς κινητήρες και μπαταρίες που δεν χρησιμοποιούνται πια.

Η Ε.Ε. θα μπορούσε επίσης να επενδύσει και σε άλλες τεχνολογίες και να βρει εναλλακτικές λύσεις για την κατασκευή μπαταριών και ηλεκτρικών κινητήρων που δεν χρειάζονται σπάνιες γαίες για να λειτουργήσουν, με μελέτες σε όλο τον κόσμο να δείχνουν ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό.

Τέτοιες κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση θα οδηγήσουν επίσης και τις τιμές των σπάνιων γαιών σε χαμηλότερα επίπεδα τη στιγμή που η εκρηκτική ζήτηση για αυτές τα επόμενα χρόνια αναμένεται να στείλει τις τιμές τους στα ύψη.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η ευρωπαϊκή συμμαχία για τις πρώτες ύλες (Εuropean Raw Material Alliance -ERMA) έχει ήδη ανακοινώσει επενδύσεις που θα δουν την εγχώρια παραγωγή να εκτινάσσεται από τους μόλις 500 στους 7.000 τόνους τα επόμενα χρόνια και όπως φαίνεται ανάλογες επενδύσεις αναμένεται να ανακοινωθούν τα επόμενα χρόνια.

Διαβάστε επίσης:

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ