Αυτό είναι το μεγαλύτερο φιάσκο της Ευρώπης –Πώς κατέρρευσε μέσα σε μια νύκτα μια εταιρεία αξίας 10 δις ευρώ

Ένα από τα πιο φιλόδοξα βιομηχανικά εγχειρήματα της Ευρώπης εξελίχθηκε σε οικονομική και στρατηγική αποτυχία, με απώλειες που ξεπερνούν τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο λόγος για τη Northvolt, την εταιρεία που ιδρύθηκε από πρώην στελέχη της Tesla με στόχο να κατασκευάσει τις «ευρωπαϊκές μπαταρίες», οι οποίες θα απελευθέρωναν την ήπειρο από την εξάρτησή της από την Κίνα και θα επέτρεπαν την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής εφοδιαστικής αλυσίδας.
Η Northvolt είχε παρουσιαστεί στην αγορά ως η μεγάλη ελπίδα της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ευρώπη. Μάλιστα, είχε λάβει ισχυρή πολιτική στήριξη, άφθονη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, δεσμεύσεις δισεκατομμυρίων από κυβερνήσεις όπως της Γερμανίας και του Καναδά, καθώς και επενδύσεις από οικονομικούς γίγαντες όπως η Goldman Sachs. Στο πλευρό της στάθηκαν επίσης μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες, μεταξύ των οποίων η Volkswagen και η Volvo, βλέποντας στη Northvolt τον στρατηγικό εταίρο που θα έθετε τα θεμέλια μιας ευρωπαϊκής εφοδιαστικής αλυσίδας και του μέλλοντος της ηλεκτροκίνησης στην Ευρώπη.
BUY NOW

Το αρχικό πλάνο ήταν εντυπωσιακό, αφού περιλάμβανε περισσότερα από 15 δισεκατομμύρια ευρώ σε ιδιωτικά και δημόσια κεφάλαια, συμβόλαια παραγγελιών αξίας άνω των 50 δισ. ευρώ και ένα δίκτυο εργοστασίων μεγάλης κλίμακας σε Σουηδία, Γερμανία και Καναδά. Στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα δυτικό αντίπαλο δέος απέναντι στην Κίνα, η οποία ελέγχει ένα τεράστιο μέρος της αγοράς των πρώτων υλών και της παραγωγής μπαταριών.
Στην πράξη, όμως, η Northvolt δεν κατάφερε ποτέ να υλοποιήσει τις υποσχέσεις της. Το εργοστάσιο-ναυαρχίδα της εταιρείας στη Σουηδία, στην πόλη Skellefteå, λειτούργησε μόλις στο 1% της προβλεπόμενης δυναμικότητας, με αποτέλεσμα να μην παραδοθούν οι συμφωνημένες παραγγελίες μπαταριών. Οι καθυστερήσεις συσσωρεύονταν, η εφοδιαστική αλυσίδα παρέμενε χαοτική και η εξάρτηση από προμηθευτές της Κίνας, της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας συνέχιζε σε αμείωτο ρυθμό.

Το πρόβλημα δεν ήταν μόνο τεχνικό αλλά και στρατηγικό. Η Northvolt υποτίμησε το πλεονέκτημα των Κινέζων ανταγωνιστών, οι οποίοι ελέγχουν πάνω από το 96% του παγκόσμιου λιθίου, κοβαλτίου και νικελίου. Χωρίς αυτά τα κρίσιμα υλικά, καμία ευρωπαϊκή εταιρεία δεν μπορούσε να σταθεί ανταγωνιστικά. Παράλληλα, η βραδύτητα στην ευρεία αποδοχή ηλεκτρικών οχημάτων στην ευρωπαϊκή αγορά έκανε το επιχειρηματικό μοντέλο της εταιρείας ακόμη πιο εύθραυστο.
Η πρώτη σοβαρή υποχώρηση ήρθε στον Καναδά, όπου η προγραμματισμένη μονάδα έκλεισε, παρά την μέχρι τέλους υποστήριξη της κυβέρνησης και τις επενδύσεις ύψους 5 δις ευρώ. Στις ΗΠΑ, οι απώλειες άγγιξαν τα 6 δισ. ευρώ, ενώ η συνολική ζημία του ομίλου εκτοξεύθηκε. Το 2024 η Northvolt βρέθηκε αντιμέτωπη με χρεοκοπία, με τους επενδυτές να κάνουν λόγο για «μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές αποτυχίες στην ιστορία της Ευρώπης».

Τελικά, η Northvolt εξαγοράστηκε από την αμερικανική startup Lyten, αφήνοντας πίσω της ανεκπλήρωτο το όνειρο της δημιουργία μιας αυτάρκους ευρωπαϊκής εφοδιαστικής αλυσίδας μπαταριών. Η ήπειρος όχι μόνο δεν κατάφερε να μειώσει την εξάρτησή της από την Κίνα, αλλά είδε και δισεκατομμύρια ευρώ δημοσίων και ιδιωτικών κεφαλαίων να εξαϋλώνονται χωρίς να υπάρχουν ουσιαστικά αποτελέσματα.