Τι θα συμβεί αν βάλω διαφορετικά λάδια στον κινητήρα -Πότε υπάρχει περίπτωση να τον κάψω

Η λίπανση του κινητήρα είναι μια από τις πιο απαραίτητες εργασίες συντήρησης του αυτοκινήτου. Μπορώ, όμως, να αναμείξω δύο διαφορετικά λάδια κινητήρα;
Το λάδι του κινητήρα είναι το πιο σημαντικό αναλώσιμο σε ένα αυτοκίνητο. Πέρα από το να λιπαίνει αποτελεσματικά όλα τα κινούμενα μέρη του κινητήρα, συμβάλλει καθοριστικά και στη ρύθμιση της θερμοκρασίας, αφού κατά τη χρήση —και ειδικά όταν ο κινητήρας πιέζεται— οι τιμές της ανεβαίνουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.
Η ποσότητα του λαδιού πρέπει πάντα να βρίσκεται στο κατάλληλο επίπεδο, και κάθε φορά που διαπιστώνεται μείωση, είναι απαραίτητο να γίνεται συμπλήρωση. Παράλληλα, η τήρηση του προγράμματος συντήρησης που ορίζει ο κατασκευαστής είναι ζωτικής σημασίας, καθώς περιλαμβάνει τα προκαθορισμένα διαστήματα αλλαγής λαδιών. Ανάλογα με τις προδιαγραφές του μοντέλου, επιλέγεται και το κατάλληλο είδος λιπαντικού, καθώς κάθε κινητήρας έχει τις δικές του απαιτήσεις ως προς τον τύπο, το ιξώδες και τη χημική του σύσταση.
BUY NOW
Σε καταστάσεις ανάγκης όμως,, πολλοί οδηγοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την αναμμένη ένδειξη χαμηλής στάθμης λαδιού, χωρίς να έχουν το κατάλληλο προϊόν για συμπλήρωση. Οι πιο έμπειροι φροντίζουν να έχουν απόθεμα από την τελευταία αλλαγή, όμως πολλοί είναι αυτοί που αναγκάζονται να προσθέσουν ό,τι λάδι βρουν σε ένα πρατήριο, το οποίο ενδέχεται να είναι διαφορετικό από εκείνο που ήδη χρησιμοποιείται. Το ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι το κατά πόσο μπορεί η ανάμειξη διαφορετικών λαδιών να προκαλέσει ζημιά στον κινητήρα;

Η γενική απάντηση των ειδικών είναι ότι η ανάμειξη διαφορετικών λιπαντικών σε κανονικές συνθήκες δεν συνιστάται. Και αυτό γιατί δύο αναμειγμένα λάδια δεν προσφέρουν την ίδια απόδοση και, μακροπρόθεσμα, μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση της προστασίας και σεφθορά του κινητήρα. Αυτό ισχύει ακόμα και αν πρόκειται για λάδια του ίδιου τύπου (π.χ. συνθετικά), αλλά διαφορετικού κατασκευαστή. Το βασικό πρόβλημα είναι η χημική ασυμβατότητα των πρόσθετων που περιέχει κάθε προϊόν, καθώς μπορεί να διαταραχθεί η ισορροπία του μίγματος.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τα περισσότερα λάδια αποτελούνται από μια βασική λιπαντική ουσία και ένα σύνολο προσθετικών, τα οποία προσδίδουν στο λιπαντικό ιδιότητες όπως καθαρισμός, αντιοξειδωτική προστασία, αντοχή σε υψηλές θερμοκρασίες κ.ά. Όταν αναμειγνύονται διαφορετικά λάδια, υπάρχει ο κίνδυνος αυτά τα πρόσθετα να αντιδράσουν αρνητικά μεταξύ τους, να εξουδετερωθούν ή να χάσουν τη δράση τους. Ακόμα και λάδια από τον ίδιο κατασκευαστή μπορεί να μην είναι συμβατά μεταξύ τους αν ανήκουν σε διαφορετικές σειρές προϊόντων.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο έντονο όταν αναμειγνύονται διαφορετικοί τύποι λιπαντικών, όπως για παράδειγμα ορυκτέλαιο με συνθετικό. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αλλοίωση των χαρακτηριστικών του λαδιού μπορεί να είναι άμεση, οδηγώντας σε υποβάθμιση της λιπαντικής ικανότητας, κακή απαγωγή θερμότητας και αύξηση της φθοράς στα κινούμενα μέρη.

Ακόμα χειρότερο σενάριο είναι η ανάμιξη λαδιού κινητήρα με λάδι κιβωτίου ταχυτήτων, δύο προϊόντων που έχουν εντελώς διαφορετικό ρόλο, σύνθεση και ιξώδες. Μια τέτοια ενέργεια μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημιά, τόσο στον κινητήρα όσο και στο σύστημα μετάδοσης.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, μπορεί να γίνει μια μικρή παραχώρηση. Αν δεν υπάρχει άλλη επιλογή, επιτρέπεται η προσθήκη μιας μικρής ποσότητας λιπαντικού ίδιου τύπου (συνθετικό με συνθετικό, ημισυνθετικό με ημισυνθετικό κ.λπ.) και παρόμοιου ιξώδους, ακόμα κι αν προέρχεται από διαφορετικό κατασκευαστή. Αυτό μπορεί να αποτρέψει άμεση βλάβη στον κινητήρα, ιδιαίτερα αν η στάθμη του λαδιού έχει πέσει επικίνδυνα. Σε κάθε περίπτωση, μετά την κάλυψη της ανάγκης, είναι απαραίτητο να γίνει πλήρης αλλαγή λαδιού και φίλτρου, σύμφωνα πάντα με τις προδιαγραφές που ορίζει ο κατασκευαστής.